Σάββατο 16 Μαρτίου 2013

Η πάπια και το καγκουρό

Ι.
Είπε η Πάπια προς το Καγκουρό:
«Θεέ και κύριε… Πως μπορείς και πηδάς
πάνω απ’ τα λειβάδια μα κι απ’ το νερό,
θαρρείς και ποτέ σου δε σταματάς!
Μες στην απαίσια λιμνούλα μου βαριέμαι φρικτά,
Ζητώ πια να βγω προς τον κόσμο μακριά…
Αχ, να πηδούσα κι εγώ…»
Είπε η Πάπια προς το Καγκουρό.


ΙΙ.
«Στην πλάτη σου πάρε με για μια βόλτα, απαλά»,
είπε η Πάπια προς το Καγκουρό.
«Ήσυχα θα κάθομαι, θα λέω μόνο «πα πα πα»
σε όλο το μακρύ μας ταξίδι αυτό.
Θα δούμε και τον ʼσα, τον Θάλα, τον Όρα,
πάνω απ’ τη θάλασσα, πάνω απ’ τη χώρα-
Πάνε με μια βόλτα, παρακαλώ…»,
είπε η Πάπια προς το Καγκουρό.


ΙΙΙ.
Το Καγκουρό προς την Πάπια είπε (κι αρχίζει αμέσως να βήχει):
«Τούτο απαιτεί περίσκεψη και απόλυτη ηρεμία.
Πιθανόν εν συνόλω να μου αποφέρει τύχη.
ʼρα αντίρρηση έχω ίσως μόνο μία,
Και απεριφράστως πλέον θα εξηγήσω, πως
οι πατούσες σου υγρές και κρύες είναι δυστυχώς.
Φοβούμαι θα μου προκαλέσουν υψηλό
ρευματισμό!», είπε το Καγκουρό.


ΙV.
Η Πάπια είπε: «Στα βράχια που καθόμουν με τις άλλες πάπιες
(δεν τις αντέχω, είν’ όλες φάλτσες),
τα σκέφτηκα ήδη ξανά και ξανά.
Γι’ αυτό, μάλλινες αγόρασα τέσσερα ζεύγη κάλτσες
που στα διχτοπόδαρα μού ταιριάζουν μια χαρά.
Για να μη σε πιάνει κρύο, πήγα πήρα και ρολόι.
Θα καπνίζω, και πουράκι, για να είμαι από σόι.
Κι όλα τούτα για ν’ ακολουθώ
το ακριβό, δικό μου μόνο, αγαπημένο καγκουρό».


V.
Είπε το Καγκουρό: «Εγώ έτοιμο είμαι! Εσύ; Όλα καλά;
Μαζί πλέον κάτω από φεγγάρι χλωμό…
Μ’ αγαπητή μου, για να ισορροπώ, πάνω μου κάθησε πιο σταθερά!
Μην πλησιάζεις. Να εκεί! Στης ουράς μου την άκρη παρακαλώ…»
Και ξεκίνησαν τότε, πηδήξαν ψηλά,
Και τον γύρω του κόσμου φορές τρεις κάναν, κι όχι μια.
Ποιος είναι άρα πιο ευτυχής –ποιος μες στον κόσμο αυτό-
Από την Πάπια και το Καγκουρό;


Μετάφραση: Βασίλης Αμανατίδης
Edward Lear




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου